ἀνἔγραψε

ἀνἔγραψε
ἀνέγραψε , ἀναγράφω
engrave and set up publicly
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἀνέγραψε — ἀναγράφω engrave and set up publicly aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στήλη — Αναμνηστικό μνημείο, με νεκρικό συνήθως χαρακτήρα, μερικές όμως φορές και αναθηματικό, που αποτελείται από μια πέτρινη ή μαρμάρινη πλάκα τοποθετημένη πάνω σε βάση ή και στο έδαφος. Αρχαιότερα γνωστά μνημεία του είδους είναι εκείνα της… …   Dictionary of Greek

  • αναγράφω — ανάγραψα και ανέγραψα, γράφ(τ)ηκα, γραμμένος 1. γράφω κάτι σε στήλη, κατάλογο κτλ. για να το βλέπει ο κόσμος: Το πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης ανέγραψε τον Α στους ευεργέτες του. 2. εγγράφω: Αναγράφηκε στον προϋπολογισμό πίστωση για ανέγερση σχολικών… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”